κωνειαζομαι

κωνειαζομαι
    κωνειάζομαι
    пить сок цикуты
    

Κωνειαζόμεναι «Пьющие сок цикуты» (заглавие одной из не дошедших до нас комедий Менандра)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "κωνειαζομαι" в других словарях:

  • κωνειάζομαι — (Α) [κώνειον] 1. δηλητηριάζομαι με κώνειο («προσέταττεν... ὁ νόμος τοὺς ὑπὲρ ἑξήκοντα ἔτη γεγονότας κωνειάζεσθαι», Στράβ.) 2. (το θηλ. πληθ. μτχ. ενεστ. ως κύριο όν.) Κωνειαζόμεναι τίτλος κωμωδίας τού Μενάνδρου …   Dictionary of Greek

  • κωνειαζομέναις — κωνειάζομαι to be dosed with hemlock pres part mp fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κωνειαζόμεναι — κωνειάζομαι to be dosed with hemlock pres part mp fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κωνειασθείς — κωνειάζομαι to be dosed with hemlock aor part mp masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κωνειάζεσθαι — κωνειάζομαι to be dosed with hemlock pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»